Παρασκευή 20 Μαρτίου 2015


ΟΡΦΕΑΣ ΚΑΙ ΕΥΡΙΔΙΚΗ


Κατεβαίνοντας ο Ορφέας στον Άδη, μοναδικό σκοπό είχε να συναντήσει την Ευρυδίκη και να την ανεβάσει ξανά στον πάνω κόσμο. Ο έρωτας τους ήταν παράφορος. Συναντήθηκαν μέσα στο δάσος όπου ο Ορφέας τριγυρνούσε παίζοντας τη λύρα του. Η Ευρυδίκη μαγεύτηκε από την ομορφιά του αλλά προπαντός από τη μουσική του. Ο έρωτας ήταν κεραυνοβόλος! Παντρεύτηκαν κι ορκίστηκαν να μείνουν για πάντα μαζί. Στη ζωή και στον θάνατο.
Η μοίρα όμως τους επιφύλαξε άσχημο παιχνίδι. Πριν καν γευτούν όλους τους χυμούς και τις χαρές του έρωτά τους, εντελώς αναπάντεχα, το δάγκωμα ενός φιδιού έκοψε το νήμα της ζωής της Ευρυδίκης. Κι ο Ορφέας απέμεινε μόνος και θλιμμένος στον πάνω κόσμο να παίζει λυπητερά τη λύρα του.
Μην αντέχοντας τη μοναξιά του, αποφάσισε να κατεβεί στον Κάτω Κόσμο για να συναντήσει την αγαπημένη του. Βέβαια, αυτό το εγχείρημα δεν ήταν καθόλου εύκολο. Με τη βοήθεια όμως του θεού Ερμή και με τον μαγικό ήχο της λύρας του, τα κατάφερε. Κατεβαίνοντας στο σκοτεινό βασίλειο του Άδη κι ενώ ήταν έτοιμος να δρασκελίσει το τελευταίο σκαλοπάτι, δίστασε για μια στιγμή. Το σκότος που αντίκρισε ήταν τρομακτικό. Όμως αυτό ήταν για μία μόνο στιγμή... Ανοιγόκλεισε τα μάτια, ανάσανε βαθιά και μπήκε. Ένα αστέρι διαμιάς τον θάμπωσε. Ακριβώς απέναντι του στεκόταν η λυγερόκορμη Αστέρω: μια νεράιδα πανέμορφη με μακριά ξανθά μαλλιά και καταπράσινα μάτια ντυμένη σ’ ένα κατάλευκο φουστάνι. Ο Ορφέας στάθηκε να την κοιτάζει αποχαυνωμένος. Κόπηκε η λαλιά του και η λύρα παρ’ ολίγο να πέσει από τα χέρια του. Η Αστέρω δεν βρισκόταν τυχαία εκεί. Ως νεράιδα που της αρέσει ο χορός και η μουσική της λύρας, έτρεξε να τον προϋπαντήσει και να τον ξεμυαλίσει...
Μέσα σε λίγα μόνο λεπτά ο Ορφέας είχε ήδη ξεχάσει τον λόγο για τον οποίον κατέβηκε στον Άδη. Η ομορφιά της Αστέρως τον μάγεψε, του πήρε κυριολεκτικά το μυαλό. Ένιωσε ν’ αναβλύζει από τα σωθικά του ένας καινούργιος έρωτας. Αλλά και η Αστέρω, παρά τις αρχικές της προθέσεις, μαγεύτηκε από την ομορφιά του και τη δεξιοτεχνία του στη λύρα, και τον ερωτεύτηκε.
Στο μεταξύ, η Ευρυδίκη που είχε πληροφορηθεί την άφιξη του Ορφέα, τον περίμενε με μεγάλη ανυπομονησία. Στολίστηκε, χτένισε τα μακριά μαύρα μαλλιά της κι έφτιαξε τις μπούκλες της με μεγάλη επιμέλεια. Η ώρα όμως περνούσε κι ο Ορφέας δεν φαινόταν πουθενά. Ανήσυχη έτρεξε προς την πύλη. Το πλήγμα που δέχτηκε στο θέαμα που αντίκρισε, ήταν για εκείνην ανεπανόρθωτο. Ο αγαπημένος της έπαιζε τη λύρα του και μαγεμένος απολάμβανε τον χορό της νεράιδας που χόρευε μόνον για κείνον.
Δεν αποδέχτηκε ωστόσο τη μοίρα της με σταυρωμένα χέρια. Προσπάθησε κι αυτή με την ομορφιά και τη λαγνεία της να τον ξανακερδίσει. Το κορμί της λικνιζόταν με ερωτισμό στους ήχους της λύρας και τα χείλη της παθιασμένα σιγοψιθύριζαν λόγια αγάπης. Το λάγνο βλέμμα της κάρφωνε ανελέητα τον Ορφέα. Μέσα του γινόταν μια τρομερή σύγκρουση. Δεν ήξερε ποιαν από τις δύο να διαλέξει: ήθελε πολύ τόσο την Ευρυδίκη που ήταν η πρώτη και επίσημη αγαπημένη του, μα ποθούσε διακαώς και την Αστέρω. Το μυαλό του θόλωσε. Τα μηνίγγια του πονούσαν και οι χτύποι της καρδιάς του διατάρασσαν τη μαγεία της μουσικής και του χορού. Τι στ’ αλήθεια πρέπει να κάνω τώρα; Ποιος άραγε θα μπορούσε να φωτίσει το μυαλό μου; Πώς βρέθηκα εγώ αγκυλωμένος μέσα σ’ αυτόν τον λαβύρινθο;
Η Αστέρω πείσμωσε. Τον ήθελε οπωσδήποτε και θα τον έκανε δικό της με οποιονδήποτε τρόπο. Στην αρχή παρακολουθούσε ατάραχα την Ευρυδίκη γιατί βαθιά μέσα της ήταν σίγουρη ότι δεν μπορούσε να χάσει από αυτήν. Κι ήταν ακόμα πιο σίγουρη πως είχε ήδη κλέψει την καρδιά του Ορφέα. Αντιλαμβανόμενη τους δισταγμούς του, έδρασε δυναμικά. Έλυσε το μαντήλι που κρατούσε τα κατάξανθα μαλλιά της και παραμερίζοντας επιδεικτικά την Ευρυδίκη άρχισε να χορεύει.
Ήταν το κερασάκι στην τούρτα. Πιάστηκαν στα χέρια ανταλλάσσοντας φαρμακερές ματιές, διεκδικούσαν η καθεμιά τον Ορφέα. Το περιστατικό ήταν πρωτόγνωρο για τον Κάτω Κόσμο. Πολλοί νεκροί μαζεύτηκαν και παρακολουθούσαν όλο περιέργεια τον καυγά. Κάποιοι μάλιστα έλαβαν και θέση είτε υπέρ της νεράιδας είτε υπέρ της νύμφης. Αυτό βέβαια δεν μπορούσε να κρατήσει για πολύ. Επενέβη αυστηρά ο βασιλιάς του Κάτω Κόσμου και επέβαλε την τάξη.
Τελικά, η Ευρυδίκη δέχτηκε την ήττα της και απομακρύνθηκε από τη σκηνή.  Την ώρα που σκυθρωπή αποχωρούσε, ο ίδιος ο Άδης βρέθηκε στον δρόμο της. Και την παρατήρησε πολύ προσεκτικά. Και κάκισε τον εαυτό του που τόσον καιρό δεν είχε προσέξει τη σπάνια ομορφιά της και τη λυγερή κορμοστασιά της. Και σίγουρα την ήθελε δική του. Η Ευρυδίκη σαστισμένη δεν ήξερε πώς να συμπεριφερθεί. Μέσα της η φλόγα για την αγάπη του Ορφέα σιγόκαιγε. Από την άλλη, ο εγωισμός και η ζήλεια την κέντριζαν. Ήθελε οπωσδήποτε να τον εκδικηθεί και σίγουρα δεν θα υπήρχε καλύτερος τρόπος από το να δεχτεί τον έρωτα του Άδη. Εξάλλου, πώς θα μπορούσε ν’ αντισταθεί στην επιθυμία ενός βασιλιά και μάλιστα μέσα στο ίδιο του το βασίλειο;

Στέλλα Ρωτού (25/09/2014)